Ο νόμος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα εισήγαγε αρκετές σημαντικές αλλαγές:
• Δημιουργία Μη Κρατικών Πανεπιστημίων: Προβλέπεται για πρώτη φορά η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα. Αυτό σηματοδοτεί μία σημαντική αλλαγή στο τοπίο της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, καθώς μέχρι στιγμής λειτουργούν μόνο δημόσια πανεπιστήμια.
• Αυτονομία και Αναβάθμιση Εκπαίδευσης: Αποσκοπεί στην ενίσχυση και πρόσθετη αυτονομία των δημόσιων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, καθώς και στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης μέσω της ψηφιοποίησης και της προώθησης καινοτόμων πρωτοβουλιών.
• Κριτήρια Εισαγωγής και Δίδακτρα: Η εισαγωγή στα νέα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα πραγματοποιείται με κριτήρια που θα ορίζει το ίδιο το πανεπιστήμιο, ενώ τα δίδακτρα θα καθορίζονται επίσης από τα πανεπιστήμια, με πρόβλεψη για προγράμματα υποτροφιών και εφαρμογή κοινωνικών κριτηρίων.
• Επαγγελματικά Δικαιώματα: Το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων έχει λυθεί, με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια να παρέχουν και ακαδημαϊκά, πέρα από επαγγελματικά, δικαιώματα, και οι τίτλοι σπουδών τους θα αναγνωρίζονται για διορισμό στο Δημόσιο.
• Αυστηρά Κριτήρια Ίδρυσης και Ελέγχου: Η ίδρυση και λειτουργία των νέων ιδιωτικών πανεπιστημίων θα υπόκειται σε αυστηρά κριτήρια, με την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης να αναλαμβάνει τον ρόλο του ελεγκτή. Αυτό σημαίνει ότι η ίδρυση πανεπιστημίων δεν θα είναι ελεύθερη, αλλά θα πρέπει να πληρούνται συγκεκριμένες προδιαγραφές σε ακαδημαϊκό και λειτουργικό επίπεδο
Οι ψηφιακές προκλήσεις στην εκπαίδευση
Την ίδια στιγμή η ψηφιακή εποχή αναπόφευκτα δημιουργεί την ανάγκη αναθεώρησης και εκσυγχρονισμού του τρόπου με τον οποίον αντιλαμβανόμαστε πλέον τη διδασκαλία και την εκπαίδευση στα σχολεία.
Το Ίδρυμα Vodafone, σε συνεργασία με την IPSOS Γερμανίας, πραγματοποίησε πρόσφατα έρευνα με τη συμμετοχή 10.000 γονέων από 10 ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, με επίκεντρο αυτή τη φορά τους γονείς με στόχο να διαπιστώσει πώς οι ίδιοι αντιλαμβάνονται τη διδασκαλία των παιδιών τους και τη νέα σχολική πραγματικότητα στον 21ο αιώνα.
Tα αποτελέσματα της έρευνας αποκαλύπτουν τα ακόλουθα σημαντικά ευρήματα:
Ψηφιακός αλφαβητισμός
– Μόνο τα μισά ελληνικά σχολεία (49%) παρέχουν πρόσβαση σε ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό για χρήση στο σπίτι, παρόλο που το 80% των γονέων θεωρεί ότι ο ψηφιακός αλφαβητισμός θα έπρεπε να είναι βασικός μαθησιακός στόχος στα σχολεία, με την ψηφιακή τεχνολογία να χρησιμοποιείται ευρέως στο σύνολο του σχολικού προγράμματος σπουδών.
– Σχετικά με το επίπεδο δεξιοτήτων των ίδιων, μόλις το 46% των γονέων θεωρεί ότι διαθέτει επαρκή εμπειρία στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας.
– Οι γονείς θεωρούν ότι οι ίδιοι και τα σχολεία είναι οι πιο σημαντικοί θεσμοί για την υποστήριξη των νέων σε μια καλά ισορροπημένη χρήση των ψηφιακών συσκευών.
Σημασία των ψηφιακών δεξιοτήτων
– 9 στους 10 γονείς δηλώνουν ότι η εκμάθηση ψηφιακών δεξιοτήτων θεωρείται πολύ σημαντική για το επαγγελματικό μέλλον των παιδιών τους.
Βελτίωση των ακαδημαϊκών επιδόσεων
Αναφορικά με τις δυνατότητες που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία, το 80% των Ελλήνων γονέων θεωρούν ότι βελτιώνει τις ακαδημαϊκές επιδόσεις των μαθητών δημιουργώντας μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μάθηση.
Στήριξη στα σχολεία και σε καθηγητές
– Σχεδόν όλοι οι γονείς περιμένουν τη στήριξη των σχολείων. Ωστόσο, το 47% των Ελλήνων γονέων περιμένει μεγαλύτερη στήριξη από τα σχολεία, θεωρώντας ότι χρειάζεται περισσότερη εκπαίδευση των καθηγητών στη χρήση ψηφιακών εργαλείων στην τάξη.
– Περισσότεροι από τα 2/3 των εκπαιδευτικών δηλώνουν ότι παρακολούθησαν κάποιο σεμινάριο κατάρτισης, με την πλειοψηφία να επισημαίνει ότι έγινε με δική τους πρωτοβουλία και διοργανώθηκε από επίσημο φορέα. Ανάγκη για επενδύσεις στην παιδεία.
– Είναι αξιοσημείωτο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων γονέων θεωρεί τα σχολεία υπεύθυνα για τις πιο σημαντικές δεξιότητες του 21ου αιώνα και εκφράζει την ανάγκη για μεγαλύτερη επένδυση από την εκπαιδευτική κοινότητα, με βαθμό συμφωνίας σημαντικά πιο υψηλό από τις άλλες χώρες.